Ο κυρ-Ήλιος και η κυρα-Βροχούλα είναι δύο πρωτότυποι συνοδοιπόροι σ’ ένα καλαίσθητο βιβλίο γεμάτο παραμύθια και θρύλους από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Ιστορίες που εκμυστηρεύεται ο μυστηριώδης Παράξενος Πραματευτής στη συγγραφέα κι εκείνη μας τις μεταφέρει και τις ζωντανεύει με τον δικό της γλαφυρό και λογοτεχνικότατο τρόπο γραφής. Ιστορίες που εξηγούν με τον τρόπο τους πολλά από τα θαυμαστά του ελληνικού χώρου και μας ταξιδεύουν «παλιά, πολύ παλιά κι εγώ δεν ξέρω πόσο». Πάμε να αφεθούμε στη μαγεία λοιπόν…
Η νέα έκδοση του πρωτότυπου αυτού ανθολόγιου που ξεκίνησε το ταξίδι του το 1981 περιέχει παραμύθια του τόπου μας γραμμένα με τον υπέροχο τρόπο της Ζωής Βαλάση, η οποία τους δίνει νέα ζωή, τα φωτίζει με την έγνοια της και τα κοσμεί με τη λογοτεχνική της γραφή. Ο κυρ-Ήλιος και η κυρα-Βροχούλα ταξιδεύουν στην Ελλάδα με τον Παράξενο Πραματευτή, που τίποτα δεν πουλάει και τίποτα δεν αγοράζει παρά μονάχα χαρίζει, να καταγράφει τις περιπέτειές τους. Κάθε τόπος έχει το παραμύθι του, το τραγούδι του, τα μυστικά του κι αυτά θα τα εξομολογηθεί στη συγγραφέα ο Παράξενος Πραματευτής. Ταξιδεύουμε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, από την Κρήτη ως τη Θράκη κι από τα Δωδεκάνησα ως την Ήπειρο και διαβάζουμε ιστορίες και παραμύθια από πολύ παλιές εποχές, με αφορμή την ημέρα που η κυρα-Βροχούλα έπλενε τα συννεφάκια της στη σκάφη. Τότε έχασε το ένα και το ακολουθούμε στο ταξίδι του σε όλα τα Δωδεκάνησα, στη συνέχεια η καημένη ξεχάστηκε με τα μπουγαδόνερα κι ο Ήλιος γλιστρώντας πάνω τους ανέτειλε από την Ήπειρο όσο η κυρα-Βροχούλα θέλησε να ψάξει στο Γαλαξίδι για γάλα ν’ ασπρίσει αυτήν την περιβόητη μπουγάδα. Τελικά, ο Ήλιος παγιδεύτηκε στις ομορφιές της Κρήτης και πλέον δεν ξημέρωνε, κάτι που χαροποίησε ιδιαίτερα και τελικά πάει διακοπές («Πήρε μερικά μεγάλα -φρεσκοπλυμένα- συννεφομάντιλα για τη δίψα…») σε Μακεδονία και Θράκη αλλά με απρόσμενες εξελίξεις στην πορεία της.
Τραγούδια και αινίγματα από κάθε τόπο εμπλουτίζουν τα κείμενα δημιουργώντας μια πανδαισία από εικόνες και σκηνικά και εμπλουτίζοντας με απολαυστικό τρόπο τη φαντασία του αναγνώστη. Για παράδειγμα, πόσες λεπτομέρειες και πόση φαντασία ζωντανεύουν το παραμύθι του παλικαριού με το γαλάζιο άλογο, πόσα πτηνά και λουλούδια προσπαθούν να λευκάνουν το μαύρο από την ξενιτιά μαντίλι του για να γνωρίσει τον νέο η μάνα του, να χαρεί η αδερφή του και να γλυκαθεί η ακριβή του! Τι ποιητικότητα, πόσες εικόνες, τι φαντασία! Έτσι ξεδιπλώνονται και οι άλλες ιστορίες, με πλούσιο και χορταστικό λεξιλόγιο, με σύνθετες (χρυσοκεντημένη, σαρανταμπαρώνει, ηλιομάγισσα) και σπάνιες (τζοβαϊρικά, αποκοτιές) λέξεις, πολλές από αυτές σε ιδιωματική και ποιητική μορφή (πλούτια, παινεψιάρης), με μια πρωτόγνωρη μαγεία στο ζωντάνεμα των ιστοριών. Παραμύθια ξεχωριστά και αυτοτελή, που δένονται όμως απρόσμενα με τις ζωές του Πραματευτή, του Ήλιου και της Βροχής, δημιουργώντας έτσι ένα ενιαίο κείμενο γεμάτο εικόνες, περιγραφές, ολοζώντανα περιστατικά και ατέλειωτη φαντασία.
Η βασιλοπούλα που πέτρωσε νομίζοντας εσφαλμένα πως δεν την αγαπάει το βασιλόπουλο, το Συννεφάκι που συγκινείται από τις ιστορίες που ακούει αλλά διώχνει έτσι τον κόσμο, αφού ρίχνει έτσι βροχή, η γλυκόπικρη νεράιδα, το ξενιτεμένο παλικάρι που αποφασίζει να γυρίσει στην πατρίδα του καβάλα στο άλογό του με τ’ ασημένια πέταλα και τα χρυσά καρφιά, ο Δράκος που κρατάει αιχμάλωτη τη Λυγερή στο κάστρο του με τις σαράντα σάλες και τα σαράντα παραθύρια, ο Βοριάς που τσακώνεται με το βοσκόπουλο κι εκείνο παίζει τη λύρα του, με αποτέλεσμα «αγρίμια βγαίναν από τα σπήλια και κυράδες για σεργιάνι», το Κύμα που ερωτεύτηκε τη Σελήνη κι εκείνη του ζήτησε πολύτιμους λίθους, ο καβγάς του γερακιού με τον πελαργό που συγκρίνουν τη ζωή στον κάμπο με τη ζωή στο βουνό και πολλά άλλα με ταξίδεψαν, με συγκίνησαν, με παρέσυραν στον κόσμο που ζωντάνευαν οι προσεγμένες λέξεις. Η εικονογράφηση αποτελείται κυρίως από πρωτότυπες ζωγραφικές συνθέσεις του Διονύση Βαλάση και επεξεργασμένες εικόνες από το φωτογραφικό του αρχείο, πολύτιμη παρακαταθήκη για όλους, μιας και με τη συγγραφέα ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα συγκροτώντας ένα πρωτότυπο ανθολόγιο με παραμύθια, θρύλους, μαντινάδες, ιστορίες, μαρτυρίες. Εξίσου φροντισμένες εικόνες με ζωηρά χρώματα και παραστατικότητα εμπλουτίζουν τη φαντασία και αποτυπώνουν με ενάργεια το παραμυθένιο σύμπαν του βιβλίου.
«Έπλενε, πότιζε η Βροχούλα, η δουλειά της είναι. Έφεγγε, ζέσταινε ο Ήλιος, η δουλειά του είναι» (σελ. 55). Αυτό το γεμάτο αντιθέσεις ντουέτο λοιπόν μας ταξιδεύει στις τέσσερις γωνιές της Ελλάδας, μας συστήνει δράκους και βασιλοπούλες, νεράιδες και πρίγκιπες και χαρίζει στον αναγνώστη αξέχαστες στιγμές γνήσιου λαϊκού πολιτισμού, γραμμένες με αστείρευτη φαντασία και άφθαστη λογοτεχνικότητα.
Πάνος Τουρλής